Το εγώ εξαφανίζεται προσωρινά αλλά δεν μεταμορφώνεται μονίμως. Ο πνευματικός αναζητητής που προσπαθεί να επιτύχει την εξάλειψη του "εγώ του" περνάει από διάφορα στάδια. Η εισροή του φωτός και της αγάπης είναι ρυθμική όπως πάντα στο σύμπαν. Μετά από ένα διάστημα ελαττώνεται ή σταματά και η άμπωτη ακολουθεί την παλίρροια.
Οταν συμβαίνει αυτό, είναι ένα πολύ οδυνηρό βίωμα και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει δυνατές αντιδράσεις και σοβαρές διαταραχές. Το προσωπικό εγώ αφυπνίζεται εκ νέου και επιβάλλεται με ανανεωμένη δύναμη. Όλοι οι βράχοι και τα σκουπίδια που πριν τα κάλυπταν τα νερά της παλίρροιας, αναδύονται και πάλι.
Ο άνθρωπος, του οποίου η συνείδηση τώρα έχει γίνει ακόμα πιο εκλεπτυσμένη και απαιτητική, που η δίψα του για την τελειότητα έχει γίνει πιο έντονη, κρίνει με περισσότερη αυστηρότητα και καταδικάζει το εγώ του με νέα ορμή, μπορεί ακόμα και να πιστεύει ότι έχει πέσει ακόμα πιο χαμηλά απ΄ ότι πριν. Καμιά φορά μάλιστα, με την εισροή της πνευματικής ενέργειας συμβαίνει να αφυπνισθούν κατώτερες τάσεις και ειρμοί που μέχρι τότε βρίσκονταν σε λανθάνουσα κατάσταση στο υποσυνείδητο ή προβάλλουν λυσσαλέα αντίσταση.
Καμιά φορά η αντίδραση γίνεται τόσο έντονη που το άτομο φθάνει στο σημείο να αρνηθεί την αξία και την πραγματικότητα του πρόσφατος βιώματός του. Ο νους γεμίζει με αμφιβολίες και κριτική και μπαίνει στον πειρασμό να κατατάξει το βίωμα σαν ψευδαίσθηση, σαν μια φαντασία ή σαν ένα συγκινητικό μεθύσι. Γίνεται πικρόχολος και σαρκαστικός, κοροϊδεύει τον εαυτό του και τους άλλους και στρέφει τα νώτα του στα υψηλότερα ιδεώδη του.
Όμως, όσο και να προσπαθήσει, δεν μπορεί να επιστρέψει στην παλιά του κατάσταση. Έχει δει το όραμα, και η ομορφιά και η δύναμή του μένουν μαζί του παρ’ όλες τις προσπάθειές του για να το καταπνίξει. Δεν μπορεί να πάρει την καθημερινή ζωή του όπως πριν ή να ικανοποιηθεί μ’ αυτήν.
Μια «Θεία νοσταλγία» τον κυνηγά και δεν τον αφήνει σε ησυχία. Καμιά φορά η αντίδραση παίρνει μια πιο παθολογική μορφή και προκαλεί μια κατάσταση κατάθλιψης ακόμα και απόγνωσης, με τάσεις αυτοκτονίας.
Αυτή η κατάσταση μοιάζει πολύ με την ψυχωτική μελαγχολία που χαρακτηρίζεται από το έντονο συναίσθημα ότι δεν αξίζει κανείς τίποτα, και από μια συστηματική αυτοϋποτίμηση και αυτοκατάκριση, από το αίσθημα ότι περνάει κανείς από πόλωση και αυτό το συναίσθημα μπορεί να γίνει τόσο έντονο ώστε να νιώσει κανείς ότι είναι ανεπανόρθωτα κολασμένος, από ένα οξύ και οδυνηρό συναίσθημα διανοητικής ανικανότητας και απώλειας της θέλησης και του αυτοελέγχου, από αναποφασιστικότητα και ανικανότητα για δράση.
Όταν πάρει κανείς το δρόμο της αφύπνισης, πρέπει να θυμάται οτι ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Έχει πόνο, έχει κλάμα, έχει μοναξιά. Όσοι όμως αντέχουν αποζημιώνονται στον μέγιστο βαθμό.
ΣΟΦΙΑ ΑΝΤΖΑΚΑ