Ήταν κόκκινη εκείνη η νύχτα, λες κι όλες οι παπαρούνες του κόσμου
άνθισαν ξαφνικά μέσα σε μια στιγμή.
Εύθραυστες και έντονες,
άοσμες και μεθυστικές μαζί ,
να κρύβουν μέσα στο μαύρο τους λαιμό
ό,τι η νύχτα δε κατάφερε να κρατήσει κρυφό μέσα στις τσέπες της....
Πάντα θα βρίσκεται κάπου ένα νυχτικό
έτοιμο να καλύψει όλα αυτά που η μέρα δεν αντέχει να αντικρύσει,
όλα αυτά που κανείς καθρέφτης δεν τολμά να αποκαλύψει
κι όλα όσα ακόμα και μέσα στα μάτια αν ψάξεις δε θα βρεις.
Γέμισαν σκιές τα μάτια.
Παγιδεύτηκαν ήχοι υπόκωφοι, τρομαγμένοι και ηδονικοί μέσα στ' αυτιά.
Η ηχώ τους σε τρελαίνει ώρες ώρες,
σου τρυπάει το κρανίο....
Άλλες πάλι σε κοιμίζει απαλά όπως το τικ τακ του ρολογιού που έχεις
πάνω στο κομοδίνο δίπλα στο το ποτήρι σου
μη τυχόν και διψάσουν τα όνειρα σου και ξυπνήσουν τα χαράματα.....
Έρχεσαι πιο κοντά κείνες τις ώρες- δε σε βλέπω, δε σε ακούω, δε σε
αγγίζω...
Μονάχα σε μυρίζω στον αέρα.
Κύμα ωστικό το άρωμα σου.
Τί καταραμένη αίσθηση η όσφρηση- φορτωμένη με ιστορίες, παρωδίες...
Και κόκκινες παπαρούνες μιας άνοιξης που άφησε ορθάνοικτους λογαριασμούς....
Ένα κι ένα, δυο.
ΕΝΑ κι ΕΝΑ, ΔΥΟ.
Σε ποια μαθηματικά το ένα κι ένα κάνει ένα; Τι ψεύτες....
Μόνο με διαίρεση το ένα γίνεται ένα
(ο πολλαπλασιασμός λειτουργεί υπό άλλες συνθήκες).
Ένα δια ένα, ένα.
Εγώ δια εγώ, εγώ.
Ένα.
Μόνο και μόνο του,
δίχως πηλίκο και δίχως υλικό.
Άδειο…
Άδειο.
Ξεγυμνώθηκαν πια τα δειλινά όπως τα φυλλοβόλα δέντρα.
Τί θράσος που χει κ αυτό το φεγγάρι, κάθε που γεμίζει να φωτίζει όλο
και πιο πολύ το άδειο, να μεγαλώνει τις ερήμους και να γιγαντώνει τις σκιές....
Πολύ θράσος για ετερόφωτο.... Πολύ.
ODE BY ARGYRO LIODIMOU